Η δύναμη της
αγάπης - Αφιέρωμα
Από τον Πολίτη Βάιο
Φασούλα
(Το
άρθρο που ακολουθεί αφιερώνεται σε
όλες τις ευπαθείς ομάδες της Χώρα
μας αλλά και γενικότερα του Κόσμου
μας. Ιδιαίτερα αφιερώνεται στους χρήστες
ουσιών·
και σ'
εκείνους που βρίσκονται εγκλωβισμένοι
στον κόσμο τους και σ'
εκείνους που έχουν απελευθερωθεί
(γνωστοί ως «καθαροί») και για την
επανένταξή τους ζητούν από την
κοινωνία... των μη χρηστών, λίγες
σταγόνες αγάπης. Βεβαίως και Έλληνες
απόδημοι έχουν να μας δείξουν τη
γάγγραινα του αιώνα σε πολλαπλές
μορφές όπως: θάνατοι, φυλακίσεις,
κοινωνικός αποκλεισμός και άλλα.
Λοιπόν ο καθένας μας έχει γνώση περί
τινός πρόκειται, αφού στου καθενός
μας τον περίγυρο, (στην οικογένεια,
στη γειτονιά, στο χωριό και στην
πόλη) υπάρχει η «σκιά» του χρήστη,
της πόρνης και άλλων απόκληρων
ομάδων, όπως προαναφέρθηκε).
Σίγουρα
η δύναμη της αγάπης για ζωή, πάντα
και παντού, όταν προσφέρεται,
πρυτανεύει. Φτάνει μόνο να
προσφέρεται σ'
εκείνους που τη ζητάνε. Πόσοι να
'ναι τάχα εκείνοι
που την έχουν ανάγκη, ποιοι είναι
αυτοί και πώς την εισπράττουν;
Στη
«σύγχρονη», όπως λέγεται, εποχή του
21ου
αιώνα,
εκείνοι που έχουν άμεση ανάγκη από
σταγόνες αγάπης και κοινωνικής χειραφέτησης,
είναι οι ευπαθείς ομάδες της
κοινωνίας μας, ομάδες, που στα
πλαίσια της «Παγκοσμιοποίησης», μεγεθύνονται
και πολλαπλασιάζονται έτσι που με
την κατάλυση των αξιών και την
εγκαθίδρυση του ισχυρού και της ύλης
και η αγάπη (αν μπορούμε να μιλάμε
γι' αυτή, για
κάποιο περίσσευμά της) να
περιορίζεται ή να παραγκωνίζεται.
Παρόλο που η κοινωνία μας, με τους
ένθερμους συμμάχους της την
τεχνολογία και την όσο ποτέ άλλοτε
παραγωγή πλούτου, εξελίσσεται
αλματωδώς, οι κοινωνίες πληρώνουν το
τίμημα με την απώλεια των ηθών και
αξιών και την απόλυτη αδιαφορία έναντι
των ευπαθών ομάδων, που αποτελούν
και τον κύριο πληθυσμιακό όγκο:
'Ανεργοι και
προπαντός οι νέοι, φτωχοί που όλο
πληθαίνουν, αγροτόκοσμος που
εγκαταλείπει τις εστίες του
παίρνοντας το δρόμο της εγχώριας
προσφυγιάς, μετανάστες και λαθρομετανάστες
από όλες τις μεριές του Πλανήτη που
αναζητούν αγάπη, αγάπη που θα τους
δώσει μια στέγη και μια δουλειά, που
θα τους επιτρέχει μια ανθρώπινη
προσαρμογή στη νέα πατρίδα. Κι αυτές
οι ομάδες, που είναι το σπέρμα της καθεστηκυίας
τάξης, δεν είναι μόνες. Στη δίνη των
κοινωνικών ανισοτήτων και γκρίζων
σταυροδρομιών συναντιούνται με άλλα
στρώματα που είναι τα κοινωνικά «παράσιτα»
ή «απόβλητα» και αποτελούν τον κορμό
αυτής της δίνης.
Είναι
τα άτομα που δεν γνώρισαν την αγάπη,
τη στοργή, το χαμόγελο, τη χειραφέτηση,
άτομα που βλέπουν την αγάπη άλλοτε
να καταδιώκεται και να μεταμορφώνεται
σε μίσος και άλλοτε να περνά σαν πατρική
περιουσία ή διαθήκη στους κοινωνικά
βολεμένους συνανθρώπους τους και να
μένει στο δικό τους χώρο και αυτοί,
οι βολεμένοι, να γίνονται τρυγητές
αντί δραγάτες και βεβαίως υποκριτές.
Ακούς να λένε:, «Αχ!
τον καημένο! Αχ! την καημένη!» και
μένουν εκεί. Φτύνουν στους κόρφους
τους, άλλοτε κρυφά και άλλοτε φανερά
και λέγοντας «μακριά από μας», με
ανοξείδωτες μπογιές μακιγιάρουν τους
δείχτες των χεριών τους, έτοιμοι
κάθε φορά να τους μπήξουν στις καρδιές
των νέων.
« Τι
να μένει στον κοσμάκη άλλο πια να καρτερεί;
/ Τούτοι οι αρρωστημένοι όλα τα
'χουν καταπιεί
Πλήθη φτιάξαν αποκλήρων,
μύριων κολασμένων / σταθμοί,
παγκάκια και γωνιές χώροι των πεινασμένων
Αποβράσματα, τους
λένε, κλέφτες και κακοποιούς / χρήστες,
πόρνες κι ανωμάλους, μύριους
παρακατιανούς,
οι πληγές της
κοινωνίας γεννούνε και συλλέκτες /
στων ρατσιστών τα δάκτυλα, γίνονται
αποδέκτες
Στρατιές
οι πόρνες, στρατιές και οι χρήστες,
στους σκουπιδοτενεκέδες δε μαζεύονται
πια μύγες, στις παράγκες σαν ζώα
στοιβάζονται οι άνθρωποι, άστεγοι
κατακλύζουν χώρους όπου βρουν...,
«Απ'
τους κάδους μέσα βγάζουν της ημέρας
τους φαΐ
πότε
ψάχνουν κάνα ρούχο, κάνα σάλι να κρυφτεί
των κοιλιών πετσί
τους γύμνια, κεφαλιών και των στηθών
και στα μάτια
τους γυαλίζει κοινωνία των παθών.
Τάχα να
'ναι μόνο
τούτοι που πληθαίνουν και βογκούν
/και
στο τρένο της ζωής τους δεν μπορούν
να ανεβούν;
Πόσοι είν'
εγκλωβισμένοι σε παράγκες και αυλές
και με σύρματα
φραγμένοι να θωρούν το εκκρεμές;».
Παιδάκια
απροστάτευτα στο παρανάλωμα της
εκμετάλλευσης και της βίας, ψάχνεις
να βρεις αγάπη, ένα χέρι βοήθειας,
απεγνωσμένα φωνάζεις, εκλιπαρείς,
θυμίζεις, λες:
«Εξαρτημένοι
απ' αυτή που
μας περιφρονεί
Είμαστε όμως
άνθρωποι, έχουμε και ψυχή
Δεν είναι η αγάπη
ν' αγαπάς
μόνο εσύ
Πρέπει ν'
αγαπιέσαι όπως αυτή κι εσύ...»
Σίγουρα
η δύναμη της αγάπης για ζωή, πάντα
και παντού, όταν προσφέρεται,
πρυτανεύει. Φτάνει μόνο να
προσφέρεται σ'
εκείνους που τη ζητάνε. Εδώ όχι μόνο
δε προσφέρεται, αλλά χάνει την αίγλη
της και μετατρέπεται σε μίσος και
ύλη· η αδιαφορία μεγαλώνει και η χειραφέτηση,
κάτω από τα στεγνά δάχτυλα του Εγώ,
πεθαίνει. Και έχουμε τα γνωστά
αποτελέσματα -
παραγωγή κραμάτων και για την
κοινωνία των κρατούντων και για την
κοινωνία των παθόντων. Κράματα
ποικίλα και φ τ ι α χ τ ά: Με κλέφτες,
αλήτες, παραχαράκτες, Λαθρέμπορους,
ναρκομανείς, χασικλήδες, ληστές, μαχαιροβγάλτες,
δολοφόνους, παιδοκτόνους, μητροκτόνους,
εμπρηστές που δουλεύουν άψογα και
ακίνδυνα κατακαίγοντας τα πάντα.
(Αυτοί βέβαια, οι εμπρηστές, αποτελούν
εξαίρεση όπως εξαίρεση αποτελούν και
οι πιθηκάνθρωποι, γνωστοί σαν
έμποροι ναρκωτικών, λευκής σαρκός, λαθρομεταναστών,
κλπ).
Επιθυμία
«ανθρώπινη» και μεγάλη που έχει
ρίξει το βάρος της στη μετατροπή της
κοινωνίας μας σε χάνι και σε γελαδοπάζαρο,
για να μπορούν να δρουν ανενόχλητα
και ανεξέλεγκτα τα π ρ α γ μ α τ ι κ
ά παράσιτα και απόβλητα της καθεστηκυίας
τάξης. «Τουρλού γινόμαστε,
αγνώριστοι και ούτε λίγο ούτε πολύ
χαλούν πολλοί, αθώοι και καλοί. Κι
ανάμεσα στους παραπάνω υπάρχουν κι
επιστήμονες, εργάτες, άλλοι τρελοί,
άλλοι γνωστικοί, άρρωστοι, γέροι και
γριές και υγιή νέα παιδιά, μάνες
ανήλικες που πνίξανε ή πετάξανε τα
μωρά τους γιατί φοβήθηκαν της
κοινωνίας το «σώφρον» δάχτυλο, που
τρυπούσε την «ντροπή» τους πέρα ως
πέρα για να περάσουν στα κωλάδικα
μια μέρα».
Αυτά
είναι τα κράματα της «σύγχρονης»
κοινωνίας, που αέναα τροφοδοτούν
στην αγορά και δεν είναι τίποτε άλλο
παρά μια υπερπαραγωγή θυτών. αγοριών
και κοριτσιών. Κι αυτά που γράφονται
είναι μαρτυρίες παθόντων, είναι
φωνές που πέρασαν από τη χρήση
ουσιών, που γεύτηκαν την οσμή των «σωφρονιστικών»
σιδήρων, που δέχτηκαν το ρατσιστικό
δάχτυλο της κοινωνίας να τους τρυπάει
πέρα ως πέρα, που είδαν και
αφουγκράστηκαν από κοντά το θάνατο
πώς τροχίζει τα σπαθιά του, πώς
άλλους τους αποκεφαλίζει και τους ξαπλώνει
στα κελιά, σε παρατημένες αποθήκες,
στα πάρκα και σ'
απόμερες μεριές, αφήνοντας πάνω τους
το ειρωνικό χαμόγελο της ηρωίνης και
άλλους που τους άφησε να ζήσουν για
να θυμίζει την ύπαρξή του.
Οικογένειες,
γειτονιές, χωριά και πολιτείες έχουν
«προσφέρει» τους οβολούς τους στους
βωμούς των «δίποδων σαρκοφάγων» οι
οποίοι, «δίποδοι σαρκοφάγοι» έχουν
φροντίσει σε ολόκληρη την επικράτεια
με «προσφορές», αφετηρίες-εξόδους
που οδηγούν τους νέους μας στην
«εύκολη» και «ρόδινη» ζωή. Εξοπλίζοντας
την οικογένεια- παλιότερα με
αγραμματοσύνη, σήμερα με αβεβαιότητα
για το ζην και το αύριο- με τεράστια
πακέτα προβλημάτων, την
αποπροσανατολίζει από τα αυτού καθαυτού
καθήκοντά της για το παιδί και το
μέλλον του.
Βεβαίως
δεν αναφερόμαστε σε όλες τις οικογένειες,
ευτυχώς, αλλά και μέσα από μια εύπορη
οικογένεια χωρίς προβλήματα, εύκολα
μπορεί να περάσει η πολύμορφη «φωτιά»
το κατώφλι τους και να τους κάψει.
Μέσα λοιπόν στην οικογένεια
δημιουργείται η μήτρα του κακού και
οι παράγοντες (θα μπορούσαμε να τους
πούμε «εραστές» αυτής της μήτρας)
είναι πάρα πολλοί: Προσφορά ύλης και
αγαθών και παράλληλα εγωκεντρισμός
του γονιού έναντι του παιδιού,
αυταρχισμός, αυστηρότητα, ανάρμοστες
συζυγικές σχέσεις που πυροδοτούν την
«έξοδο» του παιδιού και άλλα πολλά
όσο αφορά την «καλή» οικογένεια.
Όσο για
την «κακή» οικογένεια προστίθενται η
φτώχεια και η ανέχεια, η διέξοδος
του γονιού στο ποτό, οι μεταξύ των
συζύγων καυγάδες μεγάλων μεγεθών που
εξελίσσονται και σε βία, η πορνεία
της μητέρας σε κάποιες περιπτώσεις
προκειμένου να εξασφαλίσει λίγα
χρήματα, ο φόβος του νέου ή της νέας
που ζητούν «διέξοδο»- φυγή από το
οικογενειακό «κολαστήριο» για να πέσουν
σε ένα άλλο πιο μεγάλο, που στο
ξεκίνημά του φαίνεται «παράδεισος».
Το δε μεγαλύτερο τίμημα μεταξύ νέου
και νέας το πληρώνει η κοπέλα, η οποία
εξελίσσεται σε πόρνη-χρήστης ή
αντίστροφα.
Πριν κλείσουμε
καταθέτουμε μια μαρτυρία και
παράλληλα επιβεβαίωση για όλα τα
παραπάνω από φίλο μας πρώην χρήστη
επί δώδεκα χρόνια και «καθαρός» τα
τελευταία δυο χρόνια. Ξεκινώντας απ'
το τέλος της καριέρας» του, μας λέει
λοιπόν μεταξύ άλλων και τούτα:
«Θα
περίμενα περισσότερη αγάπη απ'
την κοινωνία. Να μου δώσει το χέρι
της, να μ'
αγκαλιάσει σαν δικό της παιδί. Δύσκολα
να αποδείξεις, να πείσεις το
συμπολίτη σου ότι δεν έχεις καμιά
διαφορά μαζί του. Απλώς εσύ έχεις
μια εμπειρία λιγότερη και εύχομαι
ποτέ να μην την αποκτήσεις. Θυμάμαι,
στα δεκαέξι μου έφυγα από το σπίτι.
Οι συνθήκες με διώχνανε και η
έλλειψη αγάπης που δεν ένιωθα. Ήμουν
δειλός, άβγαλτος και φοβητσιάρης
στην επαρχία που ζούσα. Δεν ήξερα τι
ζητούσα όταν εγκατέλειψα το σπίτι
μου, από καπρίτσιο, πίστευα. Σ'
ένα μεγάλο πάρκο που χώθηκα
συνάντησα έναν τύπο, περίεργος μου
φάνηκε, που καθισμένος σ'
ένα παγκάκι κάπνιζε. Έδειχνα σαν
αγρίμι κυνηγημένο που ξαφνικά βρήκε
τη λευτεριά του. Με φώναξε να πάω
κοντά του και πήγα. Μου πρόσφερε το
τσιγάρο του, το πήρα. Με κοιτούσε σαν
χαζός ή ηλίθια, θυμάμαι, μα ήταν χαμογελαστός.
«Μαστούρωσε», μου είπε «να νιώσεις
γίγαντας». Ρούφηξα κι εγώ πρώτη μου
φορά και μάλιστα χασίς. Μέσα μου
σπάσανε όλες οι αλυσίδες και μια λευτεριά
απλώνονταν μπροστά μου. Ένας
καινούριος κόσμος που δε γνώριζα. Οι
φόβοι μου χάθηκαν κι ένα ακατασίγαστο
θάρρος με διεκδικήσεις μεγάλωναν μέσα
μου. Η συνέχεια πήρε διαστάσεις.
Στον παράδεισο που νόμιζα ότι ζούσα
κάπου τελείωνε. Ότι υπάρχει σε ουσία
όλα τα δοκίμασα. Και προκειμένου να
την αποκτήσω έφτασα στις κλεψιές και
φασαρίες που με οδήγησαν σε φυλακές,
έφαγα ξύλο, ρεζίλεμα. Κι εκεί που ο
παράδεισος τέλειωνε και χασκούσε
μπρος μου ο θάνατος, ξαφνικά ξύπνησα.
Βρισκόμουν σε ένα κέντρο απεξάρτησης.
Κάμποσοι άνθρωποι με αγκάλιασαν σαν
δικό τους παιδί. Μου δείξανε αγάπη
και στοργή, συμπόνια και συχώρεση
και μια ελπίδα άρχισε να γεννιέται
μέσα μου. Πέρασα δύσκολες στιγμές,
ώρες, μέρες, μήνες κάπου τριάντα
μέχρι που τα κατάφερα να ξαναγυρίσω...
Η δύναμη της αγάπης με έσωσε. Και
πιότερο εκείνη της μάνας μου. Με το
χάρο, την άκουγα, συχνά μάλωνε. Μόνο
που σαν ισότιμος Πολίτης δε τη βρίσκω
παντού. Κάτι μάτια που πέφτουνε πάνω
μου με θερίζουν. Κάποιων χείλη, όπως
μετακινούνται θαρρώ με δηλητηριάζουν
και ακόμα κάποιες χειρονομίες νομίζω
με σκοτώνουν...»
«Η
δύναμη της αγάπης με έσωσε...» Η χειραφέτηση
και η αγάπη ενός χρήστη από το
σύνολο της κοινωνίας αποτελεί την
πιο μεγάλη προϋπόθεση σωτηρίας του.
Έρμαιο στα χέρια της κοινωνίας, την
αγάπη την έχει ανάγκη. Ποιος μπορεί
τάχα να τους τη στερεί; Εσύ, εγώ,
εκείνοι και οι άλλοι, οι φορείς και
το κράτος; Ας αναλογιστεί κανείς αυτούς
τους συνανθρώπους μας κι ας βάλει το
πετραδάκι του για την ανοικοδόμηση
μιας κοινωνίας που να μπορεί να
δέχεται και με αγάπη να αγκαλιάζει
τους χρήστες, εξαρτημένους και μη.
'Αλλωστε όπως λένε και οι
στίχοι...
«Εξαρτημένοι
απ' αυτή που
μας περιφρονεί
Είμαστε όμως
άνθρωποι, έχουμε και ψυχή
Δεν είναι η αγάπη
ν' αγαπάς
μόνο εσύ
Πρέπει ν'
αγαπιέσαι όπως αυτή κι εσύ...»
ας δώσει ο
αναγνώστης τη δική του ερμηνεία.
(Σημ.
Οι στοίχοι που συνθέτουν το κείμενο
είναι του γράφοντα).
Ε .Ε. Γερμανία,
Αύγουστος 16 - 2005
www.fasoulas.de
Vaios@fasoulas.de
|