Μπορεί
η λογική, και άρα η φιλοσοφία, να
είναι πεπερασμένες και να έχουν
βυθό, κάτι βέβαια που η ανθρώπινη
ψυχή στερείται. Εξ ου και άβυσσος,
όπως λένε. 'Ανευ βυθού δηλαδή. Μπορεί
ο μεταξύ λογικής και ψυχής χώρος να
είναι ζωτικός για την ψυχανάλυση που
αναδεικνύει το ασυνείδητο, όπου
παραπέμπουν πολλές αποφάσεις των
ανθρώπων αλλά και ευρύτερων συνόλων,
αν δεν επηρεάζουν καθοριστικά τη
συμπεριφορά τους, όμως και τίποτε
δεν αποκλείει τη διεκδίκηση μέρους
του ίδιου αυτού ζωτικού χώρου, από
κάποιες νέες εμβαθύνσεις.
Η ιστορία διδάσκει
ότι το εθνικό δίκαιο δεν αρκεί,
ακόμη και όταν δεν πάει κάτι στραβά.
Πόσο μάλλον όταν τα στραβά αυτά είναι
στην ημερήσια διάταξη, όπως από παλιά
γίνεται με την Ελληνική πολιτική. Επίσης
η πολιτική παιδεία, και επόμενα η
διπλωματική, όσο η πολιτική εμβάθυνση,
δεν φτάνουν από μόνες τους. Ακόμη
και αν πρόκειται για μια πολιτική
Ευρωπαϊκών προδιαγραφών, που και αυτή,
όπως επίσης έδειξαν τα πράγματα,
έχει φάει τα ψωμιά της, και έχει
πλέον μεγάλη ανάγκη από ένα
καινούργιο πολιτισμικό πρότυπο σχέσεων.
Πόσο μάλλον όταν δεν πρόκειται για
τέτοια περίπτωση αλλά περί των
γνωστών για το βίο και την πολιτεία
τους, πολιτικών Αθηνών.
Αν υπάρχει κάτι
καινούργιο να παίξει ρόλο στη συγκεκριμένη
περίπτωση, αυτό δεν είναι άλλο από
την ανάκληση στη μνήμη του «ουδέν
κακόν, αμιγές καλού». Το διάχυτο
κλίμα, όσο και η χρονική στιγμή, ποτέ
δεν ήταν τόσο καλά. Αυτά λοιπόν είναι
σε θέση να κάνουν κάτι. Από τη μια,
στην επί τρεις και πλέον δεκαετίες,
παραμένουσα ανοιχτή πληγή του Αττίλα
στη μαρτυρική μεγαλόνησο. Από την
άλλη, ως προς τις εξελίξεις της σχέσης
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την
Τουρκία. Και στη μέση η Ελλάδα που
έχει να παίξει ένα χαρτί, όσο και να
παραξενέψει κάποιους. Ο λόγος για
τις θετικές πλευρές της πάγιας ενδοτικής
πολιτικής της, του «ναι σε όλα».
Η φράση, μακριά
-πολιτικά εννοείται- και αγαπημένα,
πέρα από λαϊκή σοφία, είναι ένας
δρόμος. Ναι μεν οι παραβιάσεις στον
Αιγαίο ή η άρνηση αναγνώρισης της Κυπριακής
Δημοκρατίας από την Τουρκία δεν
ερμηνεύονται με τη λογική, όμως δεν
συμβαίνει το ίδιο με την πολιτική
ανθρωπολογία. Αυτή μπορεί να βρει
την άκρη του νήματος, έστω και αν
ακόμη η βαλίτσα πάει μακριά. Αυτό
διότι αν ενοχοποιείται κάποιος, είναι
εκείνος που ανέλαβε να υποκαταστήσει
με μια νέα Τουρκική ταυτότητα, την
απώλεια της προσωπικότητας της
Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μετά από
το θανάσιμο τραυματισμό της. Ο λόγος
για τον Κεμαλισμό και το προς αυτήν
Οιδιπόδειό του. Επίσης και τις
πρωτόγνωρες για την αποκρουστικότητα,
προειλημμένες αποφάσεις του, αφού
είναι η άρνηση της συνύπαρξης με
άλλους λαούς και πολιτισμούς που
πήρε, όχι λίγες φορές, τη μορφή γενοκτονιών.
Δεν πρόκειται
μόνο για τον επί τόσες δεκαετίες διαρκή
αντίποδα της Δημοκρατίας. Πρόκειται
για την άβυσσο που έλεγα. Τη μεγάλη
ασθενή, που ήταν από πριν ψυχασθενής.
Αν το Αιγαίο αποτελεί τη μήτρα η οποία
κατά τη διάρκεια της ιστορίας, εκτός
των μεγάλων πολιτισμών, κυοφόρησε
και γέννησε μεγάλες ελευθερίες, -από
τους Μηδικούς χρόνους μέχρι τη Λατινοκρατία
και την Τουρκοκρατία- οι χθεσινές,
σημερινές και αυριανές παραβιάσεις
του αποτελούν παρενέργειες των παλιών
συμφύσεων του γειτονικού μορφώματος.
Δεν πρόκειται περί προκλητικότητας.
Συνιστούν προϊόν ευθείας άρνησης
αναγνώρισης ενός τέως υποζυγίου.
Κάτι που από μόνο του, έφτανε και
περίσσευε, για την άσκηση της
αρνησικυρίας, και που σε αντίθετη
περίπτωση, έχει σαν κόστος την
αναπαραγωγή, διαιώνιση και βέβαια
την εκλογίκευση και εισαγωγή, για
μια ακόμη φορά, του Κεμαλικού
φαινόμενου. Επόμενα τον εκκεμαλισμό
της πολιτικής Ελλάδας.
Αυτό που οφείλει
να τεθεί στην ερχόμενη Σύνοδο της
Ε.Ε., είναι το ερώτημα αν όχι ένα
νέο εθνικό και Ευρωπαϊκό σύνθημα. Το
δίλημμα: ή Δημοκρατία ή Κεμαλισμός.
Γιατί το μόνο που μπορεί να επιτύχει
η μείξη τους, αμέσως μετά την Κεμαλική
Ελλάδα, είναι η ομώνυμη Ευρώπη. Και
τέτοια Ελλάδα πολιτική, ενεργειακή
και τηλεοπτική -να μη την ξεχνάμε- μπορεί
μεν να είναι κάτι σαν το TURKSAT IV,
όμως δεν μπορεί να έχει σχέση με τη
Δημοκρατία. Ούτε με την «Ελλάδα
Γαλλία Δημοκρατία», για να
παραφράσουμε, καθιστώντας επίκαιρο,
το γνωστό εκείνο μεταπολιτευτικό
σύνθημα των ανιόντων συγγενών των κυβερνώντων.
Κατά τα άλλα, θα
αδικούσε κανείς τη Γαλλική Δημοκρατία,
αν απέδιδε τη γνωστή της στάση για
την προϋπόθεση έναρξης των
διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την
Ευρωπαϊκή Ένωση, σε λόγους αλληθωρισμού
προς το μέλλον και επιβεβαίωση της
λήψης του μηνύματος του «όχι» του
Γαλλικού λαού στο δημοψήφισμα για το
Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Όμως και έτσι να
έχουν τα πράγματα, δεν είναι κάτι
διαφορετικό από θεμελιώδη και βασική
Ευρωπαϊκή αξία, η Δημοκρατία. Ο
αργοπορημένος έστω σεβασμός προς τον
κυρίαρχο λαό. Όπως επίσης η
επιβεβαίωσή του ίδιου αυτού σεβασμού
προς τον Κυπριακό λαό, για τη στάση
του κατά το δημοψήφισμα ως προς το
σχέδιο Ανάν.
Κάτι που οι εν
Ελλάδι θιασώτες του σχεδίου του Γ.
Γ., όταν όχι μόνο δεν επιδεικνύουν
μια ανάλογη στάση αλλά εμμένουν να
ασεβούν, τότε, αποκαλύπτονται σε
ποια πολιτική σφαίρα κινούνται. Και
αυτό, ποια στιγμή; Όταν η άσκηση του
βέτο από τη χώρα τους -εφόσον η
Τουρκία επιμένει να αρνείται την
αναγνώριση- εκτός από αναγκαία
Δημοκρατική ενέργεια, έχει να
προσφέρει και κάτι άλλο. Να στείλει
πίσω στον Κιθαιρώνα, τις νέες και
αρκετές, όχι όλες, από τις παλιές
ερινύες.
__________