Του
Χρήστου Ηλιόπουλου, 20.04.2005
Δικηγόρος στον 'Αρειο
Πάγο-Συμβούλιο Επικρατείας, Master
of Laws
Τους τελευταίους
μήνες η ελληνική κυβέρνηση κατηγορείται
από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από μερίδα
του Tύπου αλλά και από το κόμμα της
μείζονος αντιπολιτεύσεως ότι
παραβιάζει το ευρωπαϊκό δίκαιο και
εκθέτει τη χώρα διεθνώς.
Αντιθέτως, μία
άλλη μερίδα του Tύπου, αλλά και τα
δύο μικρά κόμματα της ελληνικής
Βουλής, υποστηρίζουν την κυβέρνηση
στην «διαμάχη» της με την Κομισιόν,
δηλ. την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
(Commission de I'
Union Europeenne).
Το μήλον της
έριδος είναι ο νόμος που ψηφίστηκε
από την ελληνική Βουλή επί Νέας
Δημοκρατίας, σύμφωνα με τον οποίον,
σε πολύ απλοποιημένη περίληψη,
απαγορεύεται σε μία επιχείρηση να
έχει στην ιδιοκτησία της συγχρόνως
από τη μία πλευρά μέσα μαζικής
ενημερώσεως (ΜΜΕ, εφημερίδες, περιοδικά,
τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικούς
σταθμούς, ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο
κλπ.) και από την άλλη εταιρείες που
αναλαμβάνουν μεγάλες εργολαβίες από
το Δημόσιο.
Σημειωτέον ότι η
προηγούμενη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ είχε ψηφίσει
και εκείνη αντίστοιχο νόμο που έλεγε
περίπου τα ίδια πράγματα.
Για να
αντιληφθούμε σωστά την κατάσταση θα
πρέπει να λάβουμε υπόψιν δύο βασικές
αλήθειες. Πρώτον, ότι στην Ελλάδα,
λίγες σχετικά εταιρείες τα τελευταία
χρόνια κερδίζουν τους περισσότερους
διαγωνισμούς ή παίρνουν τις απ'
ευθείας αναθέσεις του Δημοσίου για
εκτέλεση δημοσίων έργων (δρόμους, γέφυρες,
στάδια, κτίρια και ό,τι άλλο μπορεί
να φαντασθεί κανείς), που για να κατασκευασθούν,
οι λίγες αυτές εταιρείες λαμβάνουν
ως αμοιβή (εργολαβικό αντάλλαγμα)
τεράστια ποσά, εκατοντάδων εκατομμυρίων
ευρώ.
'Αλλες εταιρείες, με μονοπωλιακό
σχεδόν τρόπο, κερδίζουν από το
ελληνικό δημόσιο άλλες εργολαβίες,
για την παροχή σε κρατικούς οργανισμούς,
(π.χ. ΟΠΑΠ, ΟΤΕ, κλπ.), υπηρεσιών ή
προμηθειών, με αντάλλαγμα επίσης
εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, που
βεβαίως προέρχονται από τον κρατικό
προϋπολογισμό, δηλαδή από τα χρήματα
των Eλλήνων φορολογουμένων.
Δεύτερον, οι ίδιες
συνήθως εταιρείες που αποκομίζουν
τεράστια κέρδη από την σχεδόν
προνομιακή ανάληψη δημοσίων έργων,
συμβαίνει, όλως τυχαίως, να έχουν
στην ιδιοκτησία τους και μεγάλα
τηλεοπτικά κανάλια, εφημερίδες και
άλλα ΜΜΕ, με τα οποία επηρεάζουν την
κοινή γνώμη υπέρ του τάδε ή του
δείνα πολιτικού.
Είναι αυτό θεμιτό;
Μπορεί ένας μεγαλοεργολάβος να έχει
ταυτοχρόνως στην ιδιοκτησία του και
μεγάλα ΜΜΕ; Κάποιος μπορεί να
προσποιηθεί ότι ουδέν πρόβλημα υπάρχει,
διότι σε αγορά ελεύθερου ανταγωνισμού
ζούμε, άρα γιατί να υπάρχει τέτοια
απαγόρευση;
Αν όμως ο μεγαλοεργολάβος
δεν λάβει από το Υπουργείο ένα
μεγάλο έργο, μπορεί μέσω των καναλιών
που ασφαλώς και επηρεάζει, να
επιτεθεί στον υπουργό, για φαινομενικά
άλλο λόγο, στην πραγματικότητα όμως,
η επίθεση θα έχει αιτία την μη
ανάληψη του έργου από τον μεγαλοεργολάβο.
Επειδή το φαινόμενο
αυτό, που χαρακτηρίστηκε με την
κωδική ονομασία «διαπλοκή» στην
Ελλάδα είχε τα τελευταία χρόνια λάβει
τεράστιες διαστάσεις, τόσο η κυβέρνηση
του ΠΑΣΟΚ, όσο και αυτή της Νέας
Δημοκρατίας ψήφισαν νόμους με τους
οποίους απαγορεύεται ουσιαστικά ένας
μεγαλοεργολάβος που «κάνει δουλειές»
με το Δημόσιο, να έχει και ΜΜΕ. Η
ελληνική κοινή γνώμη και ο πολιτικός
κόσμος ολόκληρος θεώρησαν σωστούς
τους δύο αυτούς νόμους.
Καθόλου περιέργως,
ωστόσο, τους δύο αυτούς νόμους και
κυρίως το νόμο της Νέας Δημοκρατίας
πολεμούν λυσσαλέα τα κανάλια και οι
εφημερίδες που, όλως τυχαίως,
ανήκουν σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις,
που μέχρι σήμερα έπαιρναν την μερίδα
του λέοντος από τα τεράστια δημόσια
έργα στην Ελλάδα (βλέπε Ολυμπιακούς
Αγώνες, αεροδρόμια, Αττική Οδός, Εγνατία
Οδός κλπ.).
Στο παιχνίδι μπήκε
τελευταία και η Ευρωπαϊκή Ένωση (E.E.),
η οποία διά του εκτελεστικού οργάνου
της που είναι η Επιτροπή
(Commission), κοινοποίησε στην
ελληνική κυβέρνηση την γνώμη της ότι
οι δύο ελληνικοί νόμοι είναι ...παράνομοι
κατά το ευρωπαϊκό δίκαιο, διότι
παραβιάζουν τις βασικές ελευθερίες
της Ε.Ε., που είναι ο ελεύθερος
ανταγωνισμός, η ελευθερία
εγκαταστάσεως των επιχειρήσεων σε όποια
χώρα της Ε.Ε. επιθυμούν οι ιδιοκτήτες
τους και οι κανόνες της ελεύθερης
αγοράς γενικώς. Μέσα σ'
αυτό το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, η
Επιτροπή ισχυρίζεται, οι δύο
ελληνικοί νόμοι που απαγορεύουν την
ταυτόχρονη ιδιοκτησία εργολαβικών
του δημοσίου εταιρειών και ΜΜΕ είναι
μη επιτρεπτή.
Η ελληνική κυβέρνηση
απαντά στην Επιτροπή ότι αυτό το κάναμε
όχι βεβαίως για να αλλοιώσουμε τον
ελεύθερο ανταγωνισμό στην Ε.Ε., αλλά
για να περισώσουμε τα χρήματα του
δημοσίου, ώστε ένα δημόσιο έργο που
κοστίζει πραγματικά δέκα εκατομμύρια
ευρώ, να μην φθάνουμε να το
πληρώνουμε σαράντα εκατομμύρια ευρώ,
μόνο και μόνο επειδή ο εργολάβος που
το ανέλαβε έχει δικό του κανάλι και
αν τον δυσαρεστήσουμε απειλεί να
στραφεί κατά των κυβερνώντων μέσω «κατευθυνομένων»
εκπομπών και δημοσιευμάτων.
Σε τελική ανάλυση,
η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει, οι
δύο αυτοί νόμοι είναι απολύτως σύμφωνοι
και στηρίζονται σε βασικά άρθρα του
ελληνικού Συντάγματος, που μάλιστα
προσφάτως τροποποιήσαμε με συμφωνία
των δύο μεγάλων κομμάτων, για να
περιλαμβάνει ρητώς και ανεπιφυλάκτως
την εντολή προς την εκάστοτε κυβέρνηση
να πατάξει την διαπλοκή και να
ελευθερώσει τον δημόσιο βίο από την
μάστιγα των υπερτιμολογημένων δημοσίων
έργων.
Η ευρωπαϊκή Επιτροπή
απαντά στο επιχείρημα αυτό, λέγοντας
ούτε λίγο ούτε πολύ ότι το ελληνικό
Σύνταγμα πρέπει να υποχωρήσει στους
νόμους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η
θέση αυτή είναι τουλάχιστον ακραία
και δεν γίνεται δεκτή από τα ανώτατα
δικαστήρια των εθνικών κρατών, όπως
της Γαλλίας, της Γερμανίας, του
Ηνωμένου Βασιλείου κ.α.
Το θέμα είναι
εξαιρετικώς πολύπλοκο και απαιτεί
πολύ χώρο, που δεν έχουμε και ιδιαίτερες
νομικές γνώσεις, που δεν απαιτούμε
από τους αναγνώστες. Το συμπέρασμα
που βγαίνει, πάντως, είναι ότι είναι
τουλάχιστον άδικο να κατηγορείται η
παρούσα ελληνική κυβέρνηση ότι
παραβιάζει το ευρωπαϊκό δίκαιο με το
νόμο για τον «βασικό μέτοχο» που ψήφισε,
την στιγμή που υπάρχουν ισχυρά
νομικά επιχειρήματα που κατατείνουν
στην υπεράσπιση της Ελλάδος.
'Αλλωστε και
η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ψηφίσει
έναν ανάλογο νόμο, τον οποίον όμως
τα συγκεκριμένα εκδοτικά συμφέροντα
όλως παραδόξως δεν είχαν τότε
πολεμήσει.
Το Σύνταγμα της
Ελλάδος δεν είναι καθόλου σίγουρο
ότι υποχωρεί μπροστά στους νόμους
της Ε.Ε. Επίσης, ο νόμος για τον «βασικό
μέτοχο» δεν είναι καθόλου σίγουρο
ότι παραβιάζει τους κανόνες της
ελεύθερης αγοράς, τουναντίον πολλοί
έγκριτοι νομικοί υποστηρίζουν ότι
τους ενισχύει, εξασφαλίζοντας τον
υγιή ανταγωνισμό, ο οποίος καταστρατηγείται
όταν η μία εργοληπτική εταιρεία έχει
δικό της κανάλι, ενώ μία άλλη
εταιρεία δεν έχει.
Σε τελευταία δε
ανάλυση, η εντολή της συντριπτικής
πλειοψηφίας του ελληνικού λαού είναι
να παταχθεί η διαφθορά σε κάθε τομέα,
είτε αυτός είναι η Εφορία και η Πολεοδομία,
το Τελωνείο και η Αστυνομία, είτε
είναι η «διαπλοκή», με την «αμαρτωλή»
σχέση καναλιών και εφημερίδων με μεγαλοεργολάβους
που πουλάνε έργα στον Έλληνα
φορολογούμενο πέντε και δέκα φορές
ακριβότερα από το πραγματικό τους
κόστος. Η διαφθορά είναι αυτή που
αντιβαίνει στο ευρωπαϊκό δίκαιο, όχι
η πάταξη τως διαπλοκής.
Ο Χρήστος
Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος στον 'Αρειο
Πάγο-Συμβούλιο Επικρατείας, Master
of Laws
LL.M. Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο